açougagem - ορισμός. Τι είναι το açougagem
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι açougagem - ορισμός


Açougagem      
f.
Imposto, que se pagava por qualquer lugar ou praça, em que se vendia carne, e também por aquelles em que se vendia pão, fruta, peixe, loiça, hortaliça, etc. Cf. Herculano, Hist. de Port. IV, 420, 423.
(De açougue)
açougagem      
s.f. (-sXV cf. IVPM) ant.
1 imposto que se pagava pela posse de açougue ou pela venda de carne
2 p.ext. imposto que se pagava pela venda de pães, frutas, legumes etc., em local público
3 infrm. m.q. açougada
-etim açougue + -agem ; com o suf. -agem diretamente ligado ao subst. (cp. folhagem ); f.hist. sXV açougagem , sXV açougajees -sin/var ver sinonímia de massacre